Δευτέρα 29 Ιουνίου 2009

Θέλω να μου χαρίσεις κάτι...



- Θέλω να μου χαρίσεις κάτι.
- Ό,τι θες.
- Ό,τι θέλω; Τ' ορκίζεσαι;
- Στ' όρκίζομαι. - Είναι δύσκολο.
- Δεν πειράζει.
- Είναι ακριβό.
- Δεν με νοιάζει.
- Είναι σπάνιο.
- Τόσο το καλύτερο.
- Είναι επικίνδυνο.
- Δεν φοβάμαι.
- Μπορεί να καείς άμα το πιάσεις.
- Θα γίνω νερό να σβήσω την φωτιά.
- Μπορεί να σου γλιστρήσει απ' τα χέρια και να φύγει.
- Θα το ξαναπιάσω.
- Μπορεί να πάει πολύ μακριά.
- Θα το κυνηγήσω.
- Μπορεί να χαθεί στον ουρανό.
- Θα γίνω πουλί να το ψάξω.
- Μπορεί να βυθιστεί στη θάλασσα.
- Θα γίνω αγκίστρι να το πιάσω.
- Μπορεί να πνιγεί στο σκοτάδι.
- Θα περιμένω τα χαράματα.
- Μα μπορεί να διαλυθεί ως τότε.
- Θα φέρω τ' άστρα να φωτίσουν πιο νωρίς.
- Είναι τόσο μικρό, δεν θα μπορέσεις να το πιάσεις.
- Θα ζητήσω σ' ένα μυρμήγκι να με βοηθήσει.
- Κι αν είναι μεγάλο σαν σπίτι;
- Θα φέρω γερανό.
- Κι αν είναι μεγάλο σαν βουνό;
- Θα φέρω ένα γερανό πιο μεγάλο από βουνό.
- Υπάρχει;
- Θα τον φτιάξω.
- Που ξέρεις να φτιάχνεις γερανούς;
- Δεν ξέρω.
- Τότε;
- Τότε θα μάθω.
- Από που;
- Από τα βιβλία.
- Κι αν δεν το λένε τα βιβλία;
- Θα βρω τον γέροντα που φτιάχνει γερανούς.
- Κι αν έχει πεθάνει;
- Θα βρω τον άλλον γέροντα.
- Ποιον άλλον γέροντα;
- Εκείνον που ξέρει όλα τα βότανα.
- Όλα τα βότανα;
- Όλα τα χόρτα και τα μικρά άνθη του αγρού. Ξέρει τι μάγια κρύβουν.
- Και πως θα φέρει εκείνος το βουνό;
- Όχι εκείνος, εγώ. Θα μου δώσει βότανα να πιω, να γίνω τόσο δυνατός, που θα μπορέσω να το σηκώσω το βουνό.
- Εμένα θα μπορείς να με πάρεις αγκαλιά;
- Πάντα.
- Τώρα.
- Τώρα. Έλα, τι θέλεις;
- Θέλω να μου χαρίσεις κάτι.
- Ό,τι θέλεις.
- Ό,τι, ό,τι θέλω, τ' ορκίζεσαι;
- Στ' ορκίζομαι.
- Θέλω ... θέλω κάτι που δεν υπάρχει πουθενά.
- Να το φτιάξουμε.
- Με τι;
- Με τι θέλεις;
- Δεν ξέρω.
- Να το φτιάξουμε με ξύλο καρυδιάς και χρυσά καρφιά.
- Όχι, όχι δεν είναι έτσι.
- Να το φτιάξουμε με πούπουλα και ψίχουλα, με σταγόνες και γαργαλήματα και να του βάλουμε ένα κλειδί να το κουρδίζεις.
- Όχι, όχι, δεν θέλω κλειδί.
- Γιατί;
- Μπορεί να το χάσω.
- Θα στο κρεμάσω στον λαιμό.
- Μπορεί να χαθώ κι εγώ.
- Θα έρθω να σε βρω.
- Κι αν δεν μπορείς να με βρεις;
- Θα μπορέσω.
- Κι αν είναι σκοτάδι;
- Θ' ανάψω κερί.
- Κι αν λιώσει το κερί;
- Ως τότε θα σ' έχω βρει.
- Κι αν όχι;
- Θα ψάχνω ώσπου να σε βρω.
- Πόσο θα ψάχνεις;
- ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ!
- Τι θα πει για πάντα;
- Ότι Σ' ΑΓΑΠΩ!
- Κι εγώ τι θα κάνω ώσπου να με βρεις;
- Μπορείς να κοιμηθείς.
- Που;
- Κάτω από μια μυρσινιά. .
- Που έχει μυρσινιές;
- Παντού.
- Έχει και λιοντάρια παντού;
- Όχι.
- Που έχει λιοντάρια;
- Στην ζούγκλα.
- Είναι κοντά η ζούγκλα;
- Πολύ μακριά. Στην άλλη άκρη του κόσμου...
- Δεν μπορούν να έρθουν εδώ ποτέ;
- Ποτέ.
- Τ' ορκίζεσαι;
- Στ' ορκίζομαι.
- Ξέχασα τι θα πει για πάντα.
- Θα πει ότι σ' αγαπώ.
- Πόσο;
- Ως τον ουρανό.
- Ναι, ναι. Να κοιμηθώ τώρα;
- Ναι.
- Θα με πάρεις αγκαλιά;
- Ναι.
- Θέλω να μου χαρίσεις κάτι.
- Ό,τι θέλεις.
- Ό,τι, ό,τι θέλω, τ' ορκίζεσαι;
-Ναι.


Δοξιάδη Τριπ Ανθή

Παρασκευή 26 Ιουνίου 2009

Φανέρωσε μου τη μάσκα που κρύβεις...


Mάσκες και Άρωμα λοιπόν…
Οι Μάσκες είναι ένα από τα συγκροτήματα που συμπαθώ πολύ, και το Άρωμα , πέρα από ένα τέλειο τραγούδι είναι και ο τίτλος ενός βιβλίου που λατρεύω..
Για το άρωμα γενικά ίσως τα πούμε κάποια άλλη στιγμή..
Σήμερα θα μιλήσουμε για τις άλλες μάσκες..
Για εκείνες που ο κάθε άνθρωπος έχει, και είτε θέλει να το παραδεχτεί είτε όχι, τις χρησιμοποιεί καθημερινά....
Άλλωστε το λέει και το τραγουδάκι..
«Φανέρωσε μου τη μάσκα που κρύβεις, κάτω από τη μάσκα που φοράς»
Μάσκες είμαστε.. Τίποτε άλλο. Είμαστε τόσες μάσκες, που πολλές φορές χάνουμε την ταυτότητά μας .
Βάζουμε, βγάζουμε, βγάζουμε, βάζουμε και τελειωμό δεν έχουν.. Και δυστυχώς όταν και αν καταφέρουμε να τις βγάλουμε όλες, τότε σίγουρα κάτι έχει αφήσει κάθε μια από αυτές στο πρόσωπο και την ψυχή μας..
Όταν είμαστε παιδιά, το θεωρούσαμε παιχνίδι.. Βάζαμε ένα πλεχτό από φύλλα μηλιάς στεφάνι στο κεφάλι μας και το παίζαμε βασιλιάδες.. Κάνεις δεν μπορούσε να μας πείσει για το αντίθετο. Το παίζαμε βασιλιάδες, και είχαμε την απαίτηση οι άλλοι να μας συμπεριφέρονται αναλόγως.. Τότε βέβαια όλα ήταν αθώα.. Τώρα είναι αλλιώς…
Η μάσκα μας επιλέγεται με κριτήριο αυτόν που έχουμε απέναντί μας και με τι μας επιβάλουν οι περιστάσεις..
Το πρωί στη δουλειά φοράμε τη μάσκα του κάλου επαγγελματία, το απόγευμα στο σπίτι τη μάσκα του κάλου γονιού-φίλου-συντρόφου-παιδιού, το βράδυ στο κρεβάτι εκείνη του καλού ερωτικού συντρόφου και στη βόλτα εκείνη της υπέροχής και άνετης τύπισσας ή τύπου ανάλογα, που τα ξέρει όλα και δεν έχει ανάγκη κανέναν....
Πότε πραγματικά μένουμε χωρίς μάσκα;; Έμεινε χρόνος για να μείνουμε χωρίς μια από αυτές στα πρόσωπά μας;; Ελάχιστος! Για αυτό σημασία έχει να σε αγαπάς με όλες τις μάσκες σου.. Να είναι κοντά στον Εαυτό σου και να μην ντρέπεσαι για αυτά που κάνεις όταν τις φοράς..
Πολλές φορές κρύβοντας το Εγώ πίσω από τη μάσκα που φοράμε, γλιτώνουμε από τις ενοχές που δημιουργούν οι «πράξεις» της μάσκας μας..
Όταν οδηγούμε με το αυτοκίνητο μας και μας «χώνεται» απροειδοποίητα ο παππούς, μας είναι πολύ εύκολο να τον βρίσουμε ή ακόμα και να συμπληρώσουμε τη βρισιά με χειρονομία... Αυτό είναι κάτι που υπό άλλες συνθήκες δεν θα κάναμε.. (τουλάχιστον όχι εγώ).
Η μάσκα του «οδηγού» όμως μας το επιτρέπει και μας απενοχοποιεί.
Μάσκες είμαστε!!
Διαλέγουμε ποιο ρόλο θέλουμε ή πρέπει να παίξουμε κα τον παίζουμε…Όσο πιο πειστικά, τόσο το καλύτερο.. Αν δεν το κάνουμε, τότε απλά ερχόμαστε μούρη με μούρη με τις επιπτώσεις και ή τις αντιμετωπίζουμε ή το βουλώνουμε και πάμε να φορέσουμε τη μάσκα που μας έχουν επιβάλει τα πρέπει της εποχής..
Όλα είναι μάσκες, ρόλοι και επιλογές..
Ακόμα και εδώ, στη blogoσφαιρα…κρυβόμαστε πίσω από τη μάσκα του ξωτικού ή όποιου άλλου, και βγάζουμε τα εσώψυχα μας. Αυτά που δεν θέλουμε να μοιραστούμε με κανένας που να μας «ξέρει». Μπορεί όχι όλοι, αλλά πολλοί από εμάς το κάνουν..
Μη μου στραβομουτσουνιάζετε.. Δεν είναι κακό.. Μια χαρά είναι. Και εγώ άλλωστε αυτό κάνω.. Συνειδητά..
Κάποτε βρήκα τον «απόλυτο φίλο» για να πω όλα εκείνα που δεν ήθελα να μοιραστώ με κανέναν άλλο αλλά…πάει.. Έριξε ( ή του έπεσε, δεν ξέρω ακριβώς) και εκείνος τη μάσκα του και είδα το πραγματικό του πρόσωπο.
Και έτσι ο δρόμος με έριξε στη παραμυθούπολη, με τη μορφή του ξωτικού για μάσκα, να γράφω όσα δεν θέλω να πω!!
Άσχετα με το ποιες και πόσες μάσκες επιλέγει ο καθένας, το μόνο σίγουρο είναι πως απαιτείται προσοχή.. Δεν φτάνει μόνο να τις φοράς, πρέπει να τις υποστηρίζεις με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Πρέπει η παράσταση να είναι άξια χειροκροτήματος.
Οι μάσκες κάποια στιγμή πέφτουν...Και τότε φαίνεται κάτι άλλο από αυτό που δείχναμε τόσο καιρό!!...Και οι συνέπειες ποικίλουν!! Τότε είναι η στιγμή που πρέπει να δώσεις ρεσιτάλ ερμηνείας.. Η το παραδέχεσαι αντρίκια (με την αντίστοιχη μάσκα πάντα) ή επιλέγεις να συνεχίζεις να παίζεις το ρόλο σου με το ρίσκο να εισπράξεις γιουχάισμα, αντί για χειροκρότημα.. Επιλογές!!
Αυτά προς το παρόν.Ξαναβάζω τη μάσκα της καλής υπαλλήλου, και γυρνάω στη δουλειά..Το boss βλέπετε έχει μονίμως φορεμένη εκείνη του «κακού βεζίρη»!!

Μάσκες - Άρωμα

Πέμπτη 25 Ιουνίου 2009

Το χρώμα του φεγγαριού


– Τι χρώμα έχει η λύπη; Ρωτησε το αστέρι την κερασιά και παραπάτησε στο ξέφτι κάποιου σύννεφου που περνούσε βιαστικά.Δεν άκουσες;Σε ρώτησα, τι χρώμα έχει η λύπη;
– Έχει το χρώμα που παίρνει η θάλασσα την ώρα που γέρνει ο ήλιος στη αγγαλιά της. Ένα βαθύ άγριο μπλέ.
– Τι χρώμα έχουν τα όνειρα;
– Τα όνειρα; Τα όνειρα έχουν το χρώμα του δειλινού.
– Τί χρώμα έχει η χαρά;
– Το χρώμα του μεσημεριού αστεράκι μου.
– Και η μοναξιά;
– Η μοναξιά έχει χρώμα μενεξελί.
– Τι όμορφα που είναι τα χρώματα! Θα σου χαρίσω ένα ουράνιο τόξο, να το ρίχνεις επάνω σου όταν κρυώνεις.
– Το αστέρι έκλεισε τα ματια του και ακούμπησε στο φράκτη. Έμεινε κάμποσο εκεί και ξεκουράστηκε.
– Και η αγάπη; Ξέχασα να σε ρωτήσω, τι χρώμα έχει η αγάπη;
– …Το χρώμα που έχουν τα μάτια του Θεού,απάντησε το δέντρο.
– Τι χρώμα έχει ο έρωτας;
– Ο έρωτας έχει το χρώμα του φεγγαριού, όταν είναι πανσέληνος.
– Έτσι ε; Ο έρωτας έχει το χρώμα του φεγγαριού, είπε τo αστέρι… Κοίταξε μακριά στο κενό… Και δάκρυσε …
Ζω…
– Δε φοβάσαι που θα πεθάνεις;
– Σήμερα πάντως ζω! Σου σφίγγω τα χέρια, σε κοιτάζω στα μάτια. Μήν αφήνεις ποτέ σου το σήμερα να μαραίνεται. Μην αφήνεις τη ζωή να χάνεται σαν την άμμο μέσα απo τα δάκτυλά σου. Ζήσε. Κατάλαβες; Ζήσε! Μη βάζεις το σήμερα ενέχυρο σ' αυτό που εννοούνε μερικοί μουχλιασμένο Αύριο. Το Σήμερα είναι δικό σου, φίλε. Αγάπησέ το!
Συγχωρώ!
– Δίνε το χέρι σου στον άλλο χωρίς να κρίνεις. Κάνε του λίγο χώρο μέσα σου να ξαποστάσει. Να πιεί μια γουλιά νερό. Σ' αυτό τον κόσμο, παλικάρι, όλοι έχουμε μερίδιο σε όλα. Μερίδιο στη χαρά, στα λάθη στην απόγνωση. Κι εσύ, θα 'ρθουν φορές που θα τα κάνεις θάλασσα στη ζωή σου. Ε! Δε θα σημάνει ποτέ γι' αυτό το τέλος του κόσμου! Εγώ είμαι γέρος, κι ακόμα κάποιες φορές τα κάνω θάλασσα. Δε βγαίνει με συνταγές η ζωή. Aντε στην υγειά σου!
Ελπίζω!
– Μην πικραίνεσαι, είπε. Και βούρκωσε. Είναι όμορφη η ζωή. Πιστεψέ με. Αξίζει να τη ζεί κανείς, έστω κι αν κάποτε γεμίζει πληγές. Σε νιώθω. Λες να μην τα ξέρω όλ' αυτά; Μα να θυμάσαι πάντα, φιλαράκο, πως αύριο ξημερώνει μια καινούρια μέρα. Δε σταματάει πουθενά η ζωή. Μη σε μπερδέψουνε κάτι κακομοίρηδες, που σφίγγουν σαν το παραδοσάκουλο της ψυχής τους. Κι ο άνθρωπος σαν τα δέντρα είναι. Ανθίζει, κάνει καρπούς, μαδάει, και πάλι απο την αρχή. Τωρα έχεις φουρτούνα εσύ, και δεν καταλαβαίνεις τίποτα. Φύλαξέ τα όμως στο μυαλό σου αυτά που ακούς. Δεν σου κάνω το δάσκαλο. Ένας γερο-ξεκούτης είμαι. Μα αυτά τα πράγματα έτσι γίνονται. Το ξέρω καλά. Αν θέλεις να φύγεις, φύγε. Κανείς δεν μπορεί να σε κρατήσει. Προχώρα όρθιος όμως. Έτσι;
– Aυριο θα 'ναι μια καινούρια μέρα, αγόρι μου. Πλύσου, χτενίσου, ψιθύρισε ένα τραγουδάκι και ξεκίνα. Δεν ξέρω τιποτ' άλλο να σου πω, Έζησα τόσα χρόνια σ'αυτή τη γη. Δεν αρνήθηκα ποτέ τα λάθη μου. Δε γουστάρω τους ανθρώπους που είναι ατσαλάκωτοι. Αξίζει να ζείς μέσα στη γυάλα, απο φόβο μην πληγωθείς; Ζήσε τη ζωή σου ελεύθερα. Κι όταν τσακίζεσαι, να 'χεις το θάρρος να λές: Με γεια μου με χαρά μου. Φτου κι από την αρχή τώρα. Όχι κακομοιριές και κλαψούρες. Η ζωή είναι όμορφη, παλικάρι μου, μόνο όταν την ζείς. Όταν κυλιέσαι μαζί της. Πότε σε λασπουριές και πότε σε ροδοπέταλα. Κράτα της αναμνήσεις σου και προχώρα… Μια περιπλάνηση είναι το διάβα μας σ' αυτό το κόσμο. Μια περιπλάνηση ανάμεσα ουρανού και γής. Aντε να πιούμε και το τελευταίο. Έχω να σηκωθώ νωρίς αύριο. Πρέπει να κλαδέψω τις τριανταφυλλιές. Αλλιώς, πώς θα θυμάμαι το χαμόγελο αυτηνής της κακούργας της Μελπομένης;
Ποιός έιναι ο δυνατός;
– Ποιός είναι ο δυνατός; Ρώτησε ξαφνικά το δέντρο.
– Αυτός που περπατά μέσα στη νύχτα μόνος του. Κι όμως, φοβάται τόσο το σκοτάδι. Αυτός που περιμένει στην πλαγιά τους λύκους. Κι ας τρέμει σαν το λαγό ακούγοντας τα ουρλιαχτά τους. Αυτός που γλιστράει, που γονατίζει, που γεμίζει λάσπες. Που χώνεται στο θολό ποτάμι ως το λαιμό. Και μια στιγμή,μέσα στο χαλασμό, απλώνει τα παγωμένα χέρια του, κόβει κίτρινες μαργαρίτες και στολίζει τα μαλιά του. Αυτός είναι ο δυνατός.
Ένα κουκούλι έπεσε κείνη την ώρα στο χώμα κι έσπασε. Μια πολύχρωμη πεταλούδα πήδηξε από μέσα. Ξεδίπλωσε τα φτερά της και πέταξε γύρω από τις μυρτιές. Ύστερα κοντοστάθηκε, κοίταξε μια στιγμή στα μάτια το Θεό, και ψιθύρισε:
– Γειά σου! Τι όμορφος που είναι ο κόσμος σου! «Προσεξε μην ξεχάσεις ποτέ πως η ζωή αγαπά αυτούς που την περιμένουν στη γωνία του δρόμου μ' ένα λουλούδι στο χέρι. Μπορεί να γονατίζεις, να σερνεσαι, να ματώνεις. Ωραία! Δε χαλασε ο κόσμος. Έτσι συμβαίνει με τους ανθρώπους. Έχεις πάντα το καιρό να σηκωθείς. Τ' αγαλματα μόνο δε λυγάνε».
Ονειρεύονται… και ελπίζουν…
– Πες μου ένα χαρούμενο τραγούδι για την ζωή, είπε το δέντρο στ' αστέρι του.
– Το τραγούδι που λέει η καγκελόπορτα, όταν ανοίγει και μπαίνει κάποιος που αγαπάς.
– Δείξε μου ένα ακριβό στολίδι.
– Τα καράβια και τους Ινδιάνους με τα βέλη και τα πολύχρωμα φτερά, που είναι ζωγραφισμένα στους άσπρους τοίχους μιας καμαρούλας.
– Όμορφη βραδιά απόψε. Aκου, πως τραγουδάει το τριζόνι!
Σε λίγο θα βγεί ο Αυγερινός. Σε λίγο θα ξημερώσει. Κοίτα που ξεχάστηκε μια ξελογιασμένη καρδερίνα. Και ξαγρυπνά. Κοιτάζει το φεγγάρι. Και ονειρεύεται…
– Σε λίγο θα ξημερώσει… Κοίτα που ξεχάστηκαν κάποιοι ξελογιασμένοι άνθρωποι. Και ξαγρυπνούν. Κοιτάζουν το φεγγάρι. Κι ονειρεύονται… Ονειρεύονται και ελπίζουν…


Το χρώμα του φεγγαριού - Αλκυόνη Παπαδάκη

Ξεκαθάρισμα..




Εχθές το απόγευμα ήμουν μόνη στο σπίτι..
Ήταν η κατάλληλη στιγμή για το απαραίτητο ξεκαθάρισμα.
Είναι κάτι που ήθελα να κάνω μέρες τώρα, αλλά προφασιζόμενη την έλλειψη χρόνου
εμένα κολλημένη στις αναμνήσεις μου.
Το πήρα απόφαση λοιπόν.
Άνοιξα το συρτάρι και πέταξα ό,τι με κραταεί στο χθες..
Σοκολάτες, χαρτάκια, αναμνήσεις..
Πέταξα ακόμα και πράγματα που δεν είναι χειροπιαστά..
Ακόμα και αυτά κατάφερα να τα ξεφορτωθώ.(είχαν συντριπτική πλειοψηφία)
Ακόμα και τις αναμνήσεις, κατάφερα να τις στριμώξω σε ένα μπουκάλι και να τις πετάξω στη θάλασσα.Θα τις αφήσω να ταξιδεύουν εκει, να θαλασσοδέρνονται μέχρι να πέσουν πάνω σε βραχο και να σπάσουν..να γίνουν χίλια κομμάτια και να σβήσουν.
Ο χρόνος απο μόνος του δε γιατρεύει.Το μυαλό παίζει ύπουλα παιχνίδια αν έχει υλικό στα χέρια του..Και οι αναμνήσεις είναι το πιό ισχυρό όπλο του μυαλού..Γιαυτο και εγω τις ξεφορτώθηκα..
Και νιώθω καλά..
Νιώθω ΕΓΩ.. Πήρα τα πάνω μου, σήκωσα κεφάλι και χαιρετώ με το ύφος του νικητή το χθες..
“Να κοιτάς εκεί που θες να πας, αλλιώς θα πας εκεί που κοιτάς”...Έτσι δε λένε;;;
Εγώ αποφάσισα πως θέλω να πάω στο αύριο!!!
Σε χαιρετώ λοιπόν κακό μου χθες!!
Λυπάμαι αν σε αδίκησα αλλά πραγματικά σου έδωσα χρόνο για να μου αποδείξεις πως έκανα λάθος..
Δεν μπορεσες;;δεν ήθελες;;δεν έπρεπε;;
Δεν έχει σημασια..
Εγώ σε χαιρετω!!

Τετάρτη 24 Ιουνίου 2009

O πράσινος Κήπος



'Eχω τρεις κόσμους.
Μια θάλασσα,
έναν ουρανό
κι έναν πράσινο κήπο: τα μάτια σου.
Θα μπορούσα αν τους διάβαινα και τους τρεις,
να σας έλεγα πού φτάνει ο καθένας τους.
Η θάλασσα, ξέρω.
Ο ουρανός, υποψιάζομαι.
Για τον πράσινο κήπο μου,
μη με ρωτήσετε.


Νικηφόρος Βρεττάκος

Το δέντρο που έδινε




Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια μηλιά....

και αγαπούσε ένα αγοράκι.

Και κάθε μέρα το αγοράκι πήγαινε και μάζευε τα φύλλα της και τα έπλεκε στεφάνι κι έπαιζε το βασιλιά του δάσους.

Σκαρφάλωνε στον κορμό της κι έκανε κούνια στα κλαδιά της κι έτρωγε μήλα.

Παίζανε και κρυφτό

Κι όταν το αγόρι κουραζόταν, αποκοιμιόταν στον ίσκιο της.

Και το αγόρι αγαπούσε τη μηλιά...

πάρα πολύ.

Κι η μηλιά ήταν ευτυχισμένη.


Μα πέρασαν τα χρόνια.

Και το αγόρι μεγάλωσε.

Και πολλές φορές η μηλιά έμενε μοναχή.

Τότε μια μέρα το αγόρι πήγε στη μηλιά κι η μηλιά είπε:

«Έλα αγόρι, έλα να σκαρφαλώσεις στον κορμό μου και να κάνεις κούνια στα κλαδιά μου, να φας μήλα και να παίξεις στον ίσκιο μου αποκάτω και να ʽσαι ευτυχισμένο».

«Είμαι μεγάλος πια για να σκαρφαλώνω και να παίζω», είπε το αγόρι. «Θέλω νʼ αγοράσω πράγματα και να καλοπεράσω. Θέλω λεφτά. Μπορείς να μου δώσεις λεφτά;»

«Λυπάμαι», είπε η μηλιά, «μα εγώ δεν έχω λεφτά. Έχω μονάχα φύλλα και μήλα. Πάρε τα μήλα μου, Αγόρι, και πούλησέ τα στην πόλη. Έτσι θα ʽχεις λεφτά και θα ʽσαι ευτυχισμένο».

Και τότε το αγόρι σκαρφάλωσε στη μηλιά, μάζεψε τα μήλα της και τα πήρε μαζί του.

Κι η μηλιά ήταν ευτυχισμένη.


Μα το αγόρι έκανε πολύ καιρό να ξαναφανεί... και η μηλιά ήταν λυπημένη.

Ώσπου μια μέρα το αγόρι ξαναγύρισε κι η μηλιά τρεμούλιασε απʼ τη χαρά της κι είπε:

«Έλα αγόρι, έλα να σκαρφαλώσεις στον κορμό μου και να κάνεις κούνια στα κλαδιά μου και να ʽσαι ευτυχισμένο».

«Δεν έχω πια χρόνο να σκαρφαλώνω», είπε το αγόρι. «Θέλω ένα σπίτι που να δίνει ζεστασιά», είιπε. «Θέλω γυναίκα και παιδιά, και γιʼαυτό χρειάζομαι ένα σπίτι. «Μπορείς να μου δώσεις ένα σπίτι;»

«Εγώ δεν έχω σπίτι», είπε η μηλιά. «Σπίτι μου είναι το δάσος, μα μπορείς να κόψεις τα κλαδιά μου και να χτίσεις ένα σπίτι. Τότε θα ʽσαι ευτυχισμένο».

Κι έτσι το αγόρι έκοψε τα κλαδιά της και τα πήρε μαζί του για να χτίσει το σπίτι του.

Κι η μηλιά ήταν ευτυχισμένη.


Μα το αγόρι έκανε πολύ καιρό να ξαναφανεί. Κι όταν γύρισε η μηλιά ήταν τόσο ευτυχισμένη που ούτε να μιλήσει καλά-καλά δεν μπορούσε.

«Έλα, Αγόρι», ψιθύρισε, «έλα να παίξεις»

«Είμαι πια πολύ γέρος και πολύ λυπημένος για να παίζω είπε το αγόρι. «Θέλω μια βάρκα να με πάρει μακριά. Μπορείς να μου δώσεις μια βάρκα;»

«Κόψε τον κορμό μου και φτιάξε μια βάρκα», είπε η μηλιά. «Έτσι θα μπορέσεις να φύγεις μακριά...και να ʽσαι ευτυχισμένο».

Και τότε το αγόρι έκοψε τον κορμό της έφτιαξε μια βάρκα κι έφυγε μακριά.

Κι η μηλιά ήταν ευτυχισμένη...μα όχι πραγματικά.


Κι ύστερα από πολύ καιρό το αγόρι ξαναγύρισε.

«Λυπάμαι, Αγόρι», είπε η μηλιά, «μα δε μου απόμεινε τίποτα πια για να σου δώσω... Δεν έχω μήλα».

«Τα δόντια μου δεν είναι πια για μήλα», είπε το αγόρι.

«Δεν έχω κλαδιά», είπε η μηλιά. «Δεν μπορείς να κάνεις κούνια...»

«Είμαι πολύ γέρος πια για να κάνω κούνια», είπε το αγόρι.

«Δεν έχω κορμό», είπε η μηλιά. «Δεν μπορείς να σκαρφαλώσεις...»

«Είμαι πολύ κουρασμένος πια για να σκαρφαλώνω», είπε το αγόρι.

«Λυπάμαι», αναστέναξε η μηλιά. «Μακάρι να μπορούσα να σου δώσω κάτι... μα δε μου απόμεινε τίποτα πια. Δεν είμαι παρά ένα γέρικο κούτσουρο. Λυπάμαι...»

«Δε θέλω και πολλά τώρα πια», είπε το αγόρι, «μονάχα ένα ήσυχο μέρος να κάτσω και να ξαποστάσω. Είμαι πολύ κουρασμένος».

«Τότε», είπε η μηλιά, κι ίσιωσε τον κορμό της, «τότε, ένα γέρικο κούτσουρο είναι ό,τι πρέπει να κάτσεις και να ξαποστάσεις. Έλα, Αγόρι, κάτσε. Κάτσε και ξεκουράσου».

Και το αγόρι έκατσε και ξεκουράστηκε.

Κι η μηλιά ήταν ευτυχισμένη.

...του Σελ Σίλβερσταίν

Δευτέρα 22 Ιουνίου 2009

Αν το βρείς - Διάφανα κρίνα...



Σε μια άδεια ζωή τα ερείπια που καπνίζουν
κι ούτε στάλα βροχής από σένα δεν φτάνει
μες στα βάθη της γης ξέρω ένα βοτάνι
που τη λήθη χαρίζει σ' αυτούς που αγάπησαν.
Αν το βρεις, αν το βρεις χάρισέ το σε μένα
όλα αυτά που αγαπώ είναι για πάντα χαμένα.
Είναι ο πόνος βαθύς κι η αγάπη δεν φτάνει
είναι ένας ύπνος βαρύς αγκαλιά με έναν ξένο
από πού ήρθες εσύ σαν παιδί γερασμένο
να με κρύψεις μακριά απ' τη ζωή μου που χάνει.
Από πού ήρθες εσύ, τι κοιτάς το φεγγάρι
όσα είναι μακριά μόνο αυτά μας ορίζουν
πορφυρά ξωτικά που γλυκά μας κοιμίζουν
σε μια αγκάλη ζεστή που νεκρούς θα μας πάρει

Να το βρείς και να το χαρίσεις σε εμένα..
Eίναι το μόνο που σου ζητάω..
Είναι το μόνο που μπορείς!!

Πέμπτη 18 Ιουνίου 2009

Μικρή Πατρίδα - Παντελής Θεοχαρίδης

Γίνομαι χάρτινος...


Από φιληδονία σου γράφω..

Οι αισθήσεις μας είναι πανίσχυρες και απέραντες.

Γλιστρούν παντού σ' 'ολες τις γωνίες μας σαν οικουμενικός νόμος, διαβρώνουν και το απειροελάχιστο.

Σου γράφω λοιπόν από φιληδονία, από λαγνεία.

'Οχι για να σου ανακοινώσω τα νέα μου, όσο για να πιάσω το χαρτί που θα πιάσεις, για να συρθεί η ματιά μου στις ίδιες γραμμές που θα συρθεί η δικιά σου.

Το χαρτί είναι το σώμα σου, η μοναδική σου προέκταση που φτάνει σε μένα, κι εγώ για να σμίξω μαζί σου γίνομαι χάρτινος.

Σου γράφω γιατί σε ποθώ όπως και σου τηλεφωνούσα κάποτε από πόθο.

'Οχι για να σου πω και να μου πεις το ένα και τ΄άλλο, αλλά για να σ΄αγγίξω με τον ήχο μου και να μ΄αγγίξεις με τον δικό σου, για να κυλιστώ στην ανάσα σου, στο γέλιο σου, μέσα στις σιωπές σου. Βαθιά στον λαβύρινθο του ακουστικού στο αυτί μου, απλωνόταν ξέστρωτη η πιό ηδονική κλίνη!

Γιαυτό κολλούσα στο τηλέφωνο, γιαυτό όλο έβρισκα προφάσεις να σου τηλεφωνώ..

Ακόμα και σ' εκείνη την επιτροπή αλληλεγγύης για τα παιδιά της Αιθιοπίας που λιμοκτονούν, από φιληδονία γράφτηκα!

Τώρα που το έχω πάρει πια απόφαση να λιγοστέψω τα ψέματα, μπορώ να στο εξομολογηθώ κι ας ντρέπομαι.

Τόσο ανίερος, τόσο κάπηλος, τόσο κάλπης! Η ευχαρίστηση!

Το κορμί σου το έψαξα κύτταρο - κύτταρο, στην άβυσσο της ματιάς σου καταδύθηκα χιλιάδες βουτιές..

Είναι μέσα στις συμφορές του έρωτα να σου εξατομικεύει τον άλλον σε βαθμό παράλογο..

Οι περιπέτειες του κορμιού είναι καταραμένες.

Προσποιούμενες πως ξεδιψούν τη δίψα, τη φωτιάζουν ύπουλα, την ποτίζουν νερό νοθευμένο από βαρύ αλάτι.

Το ρουφάς άπληστος κι αμέσως καίγεσαι.. Τι φταίς εσύ... Συγχώρεσέ με!

'Ολα μέσα μας γίνονται και ζητιανεύουν εδώ κι εκεί εξόδους, κι ο έρωτάς μου μέσα μου ήτανε πολύς, μαύρος, πηχτός, λάβα υπόγειων στρωμάτων, έβραζε και με φλόγιζε από πριν σε συναντήσω κι όταν σε βρήκα σ' άρπαξα, έπεσα πάνω σου όπως ο γύπας στην τροφή του απαιτώντας να με γλιτώσεις από τις φλόγες μου..

'Ενας ανίκανος βιαστής της θελκτικής σου ψυχρότητας ήμουνα.

Χιλιάδες φορές εισχώρησα στο κορμί σου και δεν σε διακόρευσα.

Δαιμονιζόμουνα. Στου πόθου μου τον θολό, σκοτεινό φάρο.

Επιθυμούσα πια να σε συντρίψω, να σε σπάσω σαν αχιβάδα, γυρεύοντας μήπως κρύβεις πέρλα..
Αφέθηκα στα νύχια του πάθους που μου προκαλούσες μέχρι τέλους..


Απόσπασμα απο το βιβλίο " Η μοναξιά είναι απο χώμα" απο τη Μάρω Βαμβουνάκη.

''ΟΦΙΣ ΚΑΙ ΚΡΙΝΟ''-ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΤΖΑΚΗΣ



''Μέσα στην ψυχή μου επρόβαλες και το'ξερα πως θα'λθεις.Και σε περίμενα.
Σε περίμενα όπως η γη το χειμώνα παγωμένη κι έρημη πονεί και περιμένει.
Είσαι Συ η άνοιξη κι έρχεσαι και προχωρείς αγάλια,αγάλια,μέσα στην ψυχή μου.
Στο διάβα Σου ανοίγονται κι ανθούν κι ευωδιάζουν οι σκέψεις μου.
Κάτω από τα πόδια Σου φυτρώνει και χαμογελά το χρώμα της ελπίδας.
Η αναπνοή Σου θερμή και παρηγορήτραδιαβαίνει απάνω από την ψυχή μου
και ξυπνούν από τη νάρκη των ανέρωτων χειμώνων τα όνειρά μου
και Σε βλέπουν χωρίς εκπληξη και Σου χαμογελούν.Το'ξεραν πως θα'λθεις.
Κάποια πουλιά ανοίγουν μέσα μου τα μάτια των και ξετινάσσουν τα φτερά.
Κι Εσύ χαμογελάς και προχωρείς αγάλια,αγάλια,βασίλισσα μέσα στην ψυχή μου.
Αγάλια ,αγάλια προχωρείς μέσα στην ψυχή μου με την περηφάνεια των ρόδων
και τον ίμερο των μεγάλων κκισσών και τη σιωπηλή επίκληση των ντροπαλών μενεξέδων.
Κι ένα φιλί απέραντο ανατριχιάζει κι απλώνεται και τρέμει στο κορμί μου.
Το νιώθω-είσαι η Άνοιξη Εσύ ,ω Εκλεχτή και ω Ευλογημένη,και ειμαι εγώ η γη,
η μεγάλη και ακόλαστη μητέρα-που ανοίγει τις λαγόνες της και περιμένει.

Κάποια προσευχή πέφτει από τα χείλη μου και πλέκεται αγάλια,αγάλια στα μαλλιά της.

Αναλύομαι όλος σα προσευχή και σ'έκσταση και τα χείλη χλωμιάζουν από τους ύμνους.
"Είναι θρησκεία ο,τι νοιώθω για Σένα και μ'ερχεται απάνω στα ψηλά βουνά
που κουβεντιάζουν μυστικά με τον ουρανό,ν'ανεβαίνω κάθε πρωί
την ώρα που το ξημέρωμα ωσάν αγάπη ροδίζει τις κορφές-
ν'ανεβαίνω και να γονατίζω και να Σ'επικαλούμαι''.

Ω,Εκλεχτή μου!Αν αποθάνω,θ'αποθάνω μια νύχτα τα μεσάνυχτα,
μέσα στη αγκαλιά Σου απο την αγάπη κι από τον φόβο!

Μην κλαις.Μην κλαις...Το κρασί της αγάπης εμέθυσε την ψυχή μου.
Ω,μην κλεις τα μάτια Σου όταν σε φιλώ.Θέλω να ιδώ τί λένε οι άγγελοι
την ώρα που κατεβάζεις τα βλέφαρα φορτωμένα από φιλιά
και πως ναυαγούν και σπούνε τα καράβια στην τρικυμία την άγρια
που σηκώνει στα μάτια Σου η καταιγίδα των επιθυμιών μου.
Ω,Πολυαγαπημένη!Μην κλαις...
Η αγάπη μου είναι άγρια και έκφυλη μα είναι αιώνια.

Τρίτη 16 Ιουνίου 2009

Τα σχέδια των ανθρώπων....


Τα σχέδια των ανθρώπων, είναι τα καλαμπούρια των θέων…
Έτσι λένε και έτσι είναι…
Όχι επειδή βάζουν το χέρι τους και μας καταστρέφουν τα σχέδια(δε νομίζω πραγματικά πως κάνεις ασχολείται μαζί μας),
απλά επειδή εμείς οι ίδιοι ευθυνόμαστε για την πανωλεθρία των σχεδίων μας.. και εκείνοι απλά το (προ)βλέπουν…
Βάζουμε τα χεράκια μας και βγάζουμε τα ματάκια μας, ή απλά η σχεδία των σχεδίων μας μπάζει νερά…

Πέφτω πάνω σε κάποια από αυτά που έκανα λίγο καιρό πριν, με σκοπό να πραγματοποιήσω στο άμεσο μέλλον..
..και το μέλλον έγινε παρόν, αλλά τα σχέδια μου ή δεν πραγματοποιούνται ή έχουν άλλους πρωταγωνιστές..
Δεν είναι αστείο;;;
Ακόμα και όταν έκανα τα συγκεκριμένα σχέδια, το ήξερα πως δεν θα πραγματοποιηθούν.
Το ήξερα και το έλεγα..
Όχι επειδή είμαι απαισιόδοξη..
Πάντα ήμουν ή έστω προσπαθούσα να είμαι αισιόδοξη…
Άλλο όμως το απαισιόδοξη και άλλο το ρεαλίστρια..
Φοβόμουν; Υποπτευόμουν; Φανταζόμουν; Προαισθανόμουν;;
Δεν έχει σημασία.. Σημασία έχει το αποτέλεσμα..
…και το αποτέλεσμα είναι ένα!!!
Τα σχέδια τρέχουν μπροστά…και εγώ μένω πίσω..

Εμπρός λοιπόν για άλλα σχέδια.. και αυτή τη φορά θα συνοδεύονται από ανθρώπους,
που θα ξέρω πως θα είναι δίπλα μου στην υλοποίηση των σχεδίων μας!!!
Γιατί στην τελική..εμείς φταίμε που επενδύουμε σε λάθος ανθρώπους και σε ακόμα πιο λάθος καταστάσεις..
Προς γνώση και συμμόρφωση …

Θυμάσαι;;;




Θυμάσαι καρδιά μου;;;
Τέσσερα χρόνια πριν...
Στέκαμε στα ψηλά της Πάρνηθας, και κοιτάζαμε τον Υμηττό λέγοντας πως ποτέ δεν είχαμε πάει κατά κει...
Μας είχε μαγέψει το ατελείωτο πράσινο της Πάρνηθας, και πιστεύαμε πως ο Υμηττός δεν είχε κάτι να μας προσφέρει...
Λέγαμε πως ούτε τα σύννεφα δεν κάθονταν να ξαποστάσουν πάνω του...
Δυο χρόνια πριν, η είδηση για την πυρκαγιά στην Πάρνηθα έπεσε σαν κεραυνός..
Δεν πιστεύαμε πως υπάρχουν άνθρωποι που θα σκέφτονταν να κάψουν αυτό το βουνό...και όμως συνέβη..
Και η πυρκαγιά έκαιγε...και έκαιγε...και έκαιγε.. Ζώα και δέντρα κάηκαν, πηγές μολύνθηκαν..
Πέρασαν δυο εβδομάδες μέχρι να τολμήσουμε να πάμε να δούμε το μέγεθος της καταστροφής.
Ακόμα θυμάμαι την έκφρασή μας μετά τη στροφή.. Ακόμα θυμάμαι πόσο πόνεσε αυτή η εικόνα..
Πηγαίναμε κάθε Κυριακή μετά από αυτό....
Σαν φόρο τιμής στο βουνό αυτό που τόσες Κυριακές, απλόχερα μας χάριζε τα "καλούδια" του...
..Kαι αναρωτιόμαστε συνεχώς.... Τα παιδιά μας τι θα βρουν;;;;;
Πώς να μετατρέψω σε λόγια όλες αυτές τις όμορφες εικόνες που έχουν φυλακίσει τα μάτια μου;;
Πώς να πείσω εγώ κάποιον που ποτέ δεν είδε το Ξενία καταπράσινο, πως κάποτε εκεί ήταν παραμυθένια;;;

Και ο καιρός πέρασε.. και οι καταστάσεις το έφεραν και ο Υμηττός έγινε το δεύτερο σπίτι μας..
Περπατήσαμε στις πιο απότομες πλαγιές του, είδαμε πράγματα που δεν πιστεύαμε πως έκρυβε εκείνο το βουνό.. και το αγαπήσαμε..
Δεθήκαμε μαζί του και είδαμε πόσο άδικο είχαμε όλα αυτά τα χρόνια...
Σιγά σιγά οι Κυριακές μας είχαν μοιραστεί στα δυο βουνά, όμως όλο και κέρδιζε ώρες και σιγά σιγά μέρες ο Υμηττός..
Αλλά πάντα η Πάρνηθα ήταν στο πίσω μέρος του μυαλού μας.. Πάντα λέγαμε πως θα ξεκλέψουμε τρεις ώρες ένα απόγευμα για να πάμε να αράξουμε στη δροσιά της..
Όταν ο δρόμος μας έριχνε στα πόδια της, ρίχναμε εκείνο το όλο νόημα βλέμμα, και περνάμε το δρόμο της ανηφοριάς..
Μέχρι το στρατόπεδο και πάλι κάτω…
Έχει ακόμα πολύ δροσιά να μας προσφέρει αυτό το βουνό, ακόμα και αν το είδος μας το πόνεσε τόσο...



Χθες ενημερωθήκαμε για την πυρκαγιά στον Υμηττό...
Από το μπαλκόνι του σπιτιού μας, βλέπαμε τις πυρήνες γλώσσες να αγκαλιάζουν το ένα δέντρο μετά το άλλο..
…και το μπαλκόνι μας είναι ώρες μακριά από τον Υμηττό καρδιά μου…
..Η πυρκαγιά ήταν στα δικά μας τα μέρη.. Σε εκείνα που περπατήσαμε, στα δεντράκια που αναζητήσαμε λίγη δροσιά για να ξαποστάσουμε.. Στα λουλουδάκια που χαζεύαμε την ώρα της ξεκούρασης, την ώρα που τάχα έσκυβα για να φωτογραφίσω, στην προσπάθεια μου να ξεκλέψω μια ανάσα ξεκούρασης.. Πήρε φωτιά το σπίτι μας σου έλεγα…
Ξέρω πως το επόμενο ΣΚ, αν οι πυρκαγιές μας το επιτρέψουν, θα πάμε ξανά εκεί.. ακόμα και αν δεν έχει στάλα δροσιάς να μας προσφέρει.. Ακόμα και αν κόβεται η ανάσα μας από τη μυρωδιά της καμένης σάρκας του Υμηττού…Θα είμαστε εκεί και όταν θα οργανωθεί η δέντροφύτευση.. Θα είμαστε εκεί για να ρίξουμε δυο σταγόνες νερού από το μισοτελειωμένο μπουκάλι μας , στο πρώτο δεντράκι που θα συναντήσουμε, που σίγουρα θα το έχει ανάγκη.. Μικρή η προσφορά μας αλλά αν την πολλαπλασιάσουμε με τις χιλιάδες των ανθρώπων που καθημερινά επισκέπτονται αυτό το βουνό, τότε είναι κάτι...

Πρέπει να κάνουμε όλοι κάτι, ώστε όταν μιλάμε για τις ομορφιές του Υμηττού και της Πάρνηθας, να μη χρησιμοποιούμε τη λέξη Θυμάσαι;;;;

Δευτέρα 15 Ιουνίου 2009

..Γραπτός Λόγος..


Λένε πως ο γραπτός λόγος, σε αντίθεση με τον προφορικό μενει...
Και;;;;
Τί κερδίζω εγώ;;
Ποιά η διαφορα της προφορικής υποσχεσης που προδόθηκε απο τη γραπτή;
Το αποτέλεσμα ίδιο δεν είναι;;;
Μπορω εγώ να έχω απαιτήσεις;;;
Μπορώ να πάω με το χαρτί μου και να ζητήσω τα όνειρα μου πίσω;;;
Μπορώ να διαγράψω τα μηνύματα και μαζί με αυτα τις μνήμες;;;
Μπορώ να ζητήσω τα ρέστα απο ενα κομμάτι χαρτι;;;
Τίποτα δεν μπορω..
Μια υπόσχεση που στα δύσκολα ξεχάστηκε, είτε είναι γραπτή, είτε προφορική,
είναι απλά μια υπόσχεση που ξεχάστηκε..
Γιατί τελικά το να υποσχόμαστε είναι πάρα πολύ εύκολο..
Όταν έρχεται η ώρα που θα πρέπει η υπόσχεση να πάρει σάρκα και οστά...
...εκεί όλα γίνονται λόγια του αέρα...

Τετάρτη 10 Ιουνίου 2009

Τι σημαίνει «εξημερώνω»;


<<Όχι, είπε ο μικρός πρίγκιπας, ψάχνω για φίλους. Τι σημαίνει «εξημερώνω»;
- Είναι κάτι ξεχασμένο για τα καλά, τώρα πια, είπε η αλεπού. Αυτό σημαίνει «δημιουργώ δεσμούς».>>

Δημιουργώ Δεσμούς…
Μια τόση δα φρασούλα, που κρύβει τόσα πολλά….
…Πότε αλήθεια, δημιουργείται ένας δεσμός, πού, πώς, γιατί;;;
Ποιος το καθορίζει…
Πόσα είδη δεσμών υπάρχουν, πως διαχωρίζονται, πως διακρίνονται;;
Πόσο κρατάει, πότε και γιατί διαλύεται;; Τι γίνεται μετά;;;
Τόσα πράγματα που γυρίζουν μέσα στο μυαλό μου.. στη καρδιά μου.. στο είναι μου γενικότερα..
Πολλές φορές οι δεσμοί δημιουργούνται χωρίς να το καταλάβουμε…και σαφέστατα χωρίς να το επιδιώκουμε..
επειδή απλά ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ..
Αυτές τις φόρες σκέφτομαι σήμερα…
Τις φόρες δηλαδή που όταν καταλάβαμε πως είχαμε εξημερωθεί από κάποιον, τότε ήταν αργά..
Μας είχε γίνει ήδη απαραίτητος, και δεν μπορούσαμε, ούτε θέλαμε να σπάσουμε αυτούς τους δεσμούς.. ακόμα και αν έπρεπε…
Απλά ζούσαμε την κάθε στιγμή, και φοβόμαστε-περιμέναμε πότε θα γίνει το μπαμ…
Και το μπαμ έγινε.. και όλα έπρεπε να τελειώσουν.
Και μετά τι;;;
Ακόμα και με σπασμένα τα κομμάτια μας, είμαστε ακόμα δεμένοι με το «δαμαστή» μας.;;;
Με αυτόν που έκανε το αγριμάκι όχι μονό να δεχτεί τα χάδια του, αλλά να τα ζητάει κάθε ώρα, κάθε λεπτό;;;;
Ερωτηματικά!! Πολλά ερωτηματικά. .Και απάντηση καμία.
Για το μετά…θα τα πούμε άλλη στιγμή!!!

Τρίτη 9 Ιουνίου 2009

O μικρος πρίγκιπας και η αλεπού...




Τότε ήταν που παρουσιάστηκε η αλεπού:
- Καλημέρα, είπε η αλεπού.
- Καλημέρα, απάντησε ευγενικά ο μικρός πρίγκιπας, που γύρισε προς το μέρος απ' όπου ακουγόταν η φωνή, μα δεν είδε τίποτε.
- Εδώ είμαι, είπε η φωνή, κάτω από τη μηλιά...
- Ποια είσαι συ; είπε ο μικρός πρίγκιπας. Είσαι πολύ όμορφη...
- Είμαι μια αλεπού, είπε η αλεπού.
- Έλα να παίξεις μαζί μου, της πρότεινε ο μικρός πρίγκιπας. Είμαι τόσο λυπημένος...
- Δεν μπορώ να παίξω μαζί σου, είπε η αλεπού, δεν είμαι εξημερωμένη.
- Α! συγνώμη, έκανε ο μικρός πρίγκιπας. Μα, αφού σκέφτηκε λίγο, πρόσθεσε:
- Τι πάει να πει «εξημερωμένη»;
- Δεν θα είσαι από 'δω, είπε η αλεπού, τι ψάχνεις να βρεις;
- Ψάχνω να βρω τους ανθρώπους, είπε ο μικρός πρίγκιπας. Τι σημαίνει εξημερωμένη;
- Οι άνθρωποι, είπε η αλεπού, έχουν τουφέκια και κυνηγούν. Αυτό είναι πολύ ενοχλητικό. Ακόμη ανατρέφουν κότες. Είναι το μόνο που τους ενδιαφέρει. Μήπως ψάχνεις για κότες;
- Όχι, είπε ο μικρός πρίγκιπας, ψάχνω για φίλους. Τι σημαίνει «εξημερώνω»;
- Είναι κάτι ξεχασμένο για τα καλά, τώρα πια, είπε η αλεπού. Αυτό σημαίνει «δημιουργώ δεσμούς».
- Δημιουργώ δεσμούς;
- Ναι, βέβαια, είπε η αλεπού. Για μένα εσύ δεν είσαι ακόμη παρά ένα αγοράκι όμοιο με εκατό χιλιάδες άλλα μικρά αγόρια. Και δεν έχω την ανάγκη σου. Κι εσύ το ίδιο δεν έχεις την ανάγκη μου. Για σένα, δεν είμαι παρά μια αλεπού όμοια με εκατό χιλιάδες άλλες αλεπούδες. Μα, αν εσύ με εξημερώσεις, θα 'χουμε ανάγκη ο ένας τον άλλο. Θα 'σαι για μένα μοναδικός στον κόσμο. Θα 'μαι για σένα μοναδική στον κόσμο...
- Αρχίζω να καταλαβαίνω, είπε ο μικρός πρίγκιπας. Υπάρχει ένα λουλούδι... νομίζω πως μ' έχει εξημερώσει...
- Καθόλου απίθανο, είπε η αλεπού. Πάνω στη Γη βλέπει κανείς κάθε λογής πράματα...
- Ω! Αυτό δεν έγινε στη Γη, είπε ο μικρός πρίγκιπας. Η αλεπού φάνηκε να ενδιαφέρεται πολύ
.- Σ' ένα άλλο πλανήτη;
-Ναι.
- Υπάρχουν κυνηγοί σε κείνο εκεί τον πλανήτη;
- Όχι.
- Αυτό είναι πολύ ενδιαφέρον! Και κότες;
- Όχι
- Τίποτε δεν είναι τέλειο, αναστέναξε η αλεπού. Όμως, η αλεπού ξαναγύρισε στην ιδέα της:
- Η ζωή μου είναι μονότονη. Κυνηγώ κότες, οι άνθρωποι κυνηγούν εμένα. Όλες οι κότες μοιάζουν μεταξύ τους κι όλοι άνθρωποι μοιάζουν το ίδιο. Λοιπόν, κι εγώ κάπως βαριέμαι. Όμως, αν με εξημερώσεις, η ζωή μου θα μοιάζει σαν να την πλημμύρισε ο ήλιος. Θα γνωρίσω ένα θόρυβο από βήματα διαφορετικά απ' όλα τ' άλλα. Τα άλλα βήματα με κάνουν να καταχωνιάζομαι μέσα στη γη. Το δικό σου θα με φωνάζει να βγω έξω από την τρύπα μου, σαν να 'ναι μια μουσική. Κι ύστερα, κοίταξε! Βλέπεις εκεί κάτω τα σταροχώραφα; Εγώ δεν τρώω ψωμί. Για μένα, το σιτάρι δεν χρησιμεύει σε τίποτε. Κι αυτό είναι θλιβερό! Μα εσύ έχεις χρυσαφένια μαλλιά. Θα 'ναι υπέροχα όταν θα μ' έχεις εξημερώσει! Το στάρι που είναι χρυσαφένιο, εσένα θα μου θυμίζει. Και θ' αγαπώ το θόρυβο του ανέμου καθώς θα περνάει ανάμεσα από τα στάχυα του σταριού.Η αλεπού σώπασε και βάλθηκε να κοιτάζει το μικρό πρίγκιπα για πολλή ώρα.
- Σε παρακαλώ, εξημέρωσέ με, είπε!
- Πολύ το θέλω, απάντησε ο μικρός πρίγκιπας, μα δεν έχω καιρό. Έχω ν' ανακαλύψω φίλους και να γνωρίσω πολλά πράγματα.
- Δεν ξέρουμε παρά εκείνα που μας δίνουν την δυνατότητα να δημιουργούμε δεσμούς, είπε η αλεπού. Οι άνθρωποι δεν έχουν πια καιρό να μάθουν κάτι. Αγοράζουν πράγματα ετοιματζίδικα, φτιαγμένα μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια από τους εμπόρους. Και καθώς δεν υπάρχουν ποτέ έμποροι που να γίνονται φίλοι, οι άνθρωποι δεν έχουν πια φίλους. Αν θέλεις ένα φίλο, εξημέρωσε με!
- Τι πρέπει να κάνω; είπε ο μικρός πρίγκιπας.
- Πρέπει να είσαι πολύ υπομονετικός, απάντησε η αλεπού. Στην αρχή θα πρέπει να καθίσεις κάπως μακριά από μένα, όπως κάνω τώρα εγώ, πάνω στο χορτάρι. Θα σε κοιτάζω με την άκρη του ματιού μου και συ δεν θα λες τίποτε. Η κουβέντα γίνεται αιτία να δημιουργηθούν παρεξηγήσεις. Όμως, κάθε μέρα, θα μπορείς να 'ρχεσαι και να κάθεσαι κάπως πιο κοντά σε μένα...Την άλλη μέρα, ο μικρός πρίγκιπας ξαναγύρισε
.- Θα 'ταν καλύτερα να 'ρχεσαι την ίδια ώρα, είπε η αλεπού. Αν, για παράδειγμα, πρόκειται να έρθεις στις τέσσερις το απόγευμα, από τις τρεις κιόλας εγώ θ' αρχίσω να 'μαι ευτυχισμένη. Όσο θα προχωρεί η ώρα, τόσο περισσότερο ευτυχισμένη θα νιώθω. Στις τέσσερις κιόλας θ' αρχίσω να εκνευρίζομαι και ν' ανησυχώ. Θα 'χω ανακαλύψει το τίμημα της ευτυχίας! Μα όταν εσύ θα 'ρχεσαι μια οποιαδήποτε ώρα, δεν ξέρω ποια, ποτέ δεν θα ξέρω πότε θ' αρχίσω να καρδιοχτυπώ... Χρειάζονται ορισμένα τυπικά.
- Τι είναι ένα τυπικό; ρώτησε ο μικρός πρίγκιπας.
- Είναι κι αυτό κάτι ξεχασμένο από πολύν καιρό, είπε η αλεπού. Κάτι που κάνει κάποια μέρα να 'ναι διαφορετική από τις άλλες μέρες, μια ώρα διαφορετική από τις άλλες ώρες. Για παράδειγμα, υπάρχει μια τυπικότητα στους κυνηγούς. Την Πέμπτη χορεύουν με τις κοπέλες του χωριού. Τότε, η Πέμπτη είναι μια μέρα υπέροχη! Κατηφορίζω για περίπατο μέχρι τ' αμπέλι. Αν οι κυνηγοί χόρευαν κάθε φορά που θα τους ερχόταν το κέφι, οι μέρες θα 'μοιαζαν όλες ίδιες, με αποτέλεσμα να μην έχω εγώ ποτέ διακοπές.Έτσι ο μικρός πρίγκιπας εξημέρωσε την αλεπού. Κι όταν πλησίαζε να 'ρθει η ώρα του αποχωρισμού:- Αχ! είπε η αλεπού... Θ' αρχίσω τα κλάματα.
- Δικό σου είναι το λάθος, είπε ο μικρός πρίγκιπας.- Ναι, σωστά, είπε η αλεπού.- Μα συ θα βάλεις τα κλάματα, είπε ο μικρός πρίγκιπας.
- Και βέβαια, είπε η αλεπού.- Τότε, από αυτό, δεν κερδίζεις τίποτε!- Κάτι κερδίζω, είπε η αλεπού, είναι το χρώμα του σταριού.Ύστερα πρόσθεσε:
-Πήγαινε πάλι να δεις τα τριαντάφυλλα, θα καταλάβεις πως το δικό σου είναι μοναδικό στον κόσμο.
- Θα ξανάρθεις να με αποχαιρετήσεις κι εγώ θα σου κάνω δώρο ένα μυστικό.
Ο μικρός πρίγκιπας έφυγε για να πάει να ξαναδεί τα τριαντάφυλλα:
- Δεν είναι ολότελα όμοια με το δικό μου, ακόμη δεν είσαστε, τους είπε. Κανείς δεν σας έχει εξημερώσει και σεις δεν έχετε εξημερώσει κανένα. Είσαστε όπως ήταν η αλεπού μου. Κι εκείνη δεν ήταν παρά όμοια με εκατό χιλιάδες άλλες. Όμως εγώ την έχω κάνει φίλη μου κι είναι τώρα μοναδική στον κόσμο.Και τα τριαντάφυλλα έδειξαν να τα 'χουν πειράξει πολύ τα λόγια του μικρού πρίγκιπα.
- Είσαστε όμορφα, μα είσαστε άδεια, πρόσθεσε. Κανείς δεν θα μπορούσε να πεθάνει για σας. Σίγουρα, κάποιος τυχαίος περαστικός, βλέποντας το δικό μου λουλούδι θα νόμιζε πως σας μοιάζει. Μα, από μόνο του αυτό, είναι πιο σημαντικό από όλα εσάς, γιατί εγώ το ποτίζω, το προφυλάσσω κάτω από ένα γυάλινο δοχείο. Γιατί είναι αυτό που εγώ προφύλαξα με το παραβάν. Γιατί αυτό είναι που του σκότωσα τις κάμπιες (εκτός από δυο ή τρεις που τις άφησα για να γίνουν πεταλούδες). Γιατί αυτό είναι εκείνο που το άκουσα να παραπονιέται ή να περηφανεύεται ή, μάλιστα, μερικές φορές να σωπαίνει. Γιατί είναι το τριαντάφυλλό μου.Και γύρισε προς την αλεπού.
- Γεια σου, είπε...
- Γεια σου, είπε η αλεπού.
Να το μυστικό μου. Είναι πολύ απλό: δεν βλέπει κανείς πολύ καλά παρά μονάχα με την καρδιά. Ό,τι είναι σημαντικό, δεν το βλέπουν τα μάτια.
- Ό,τι είναι σημαντικό δεν το βλέπουν τα μάτια, επανέλαβε ο μικρός πρίγκιπας, για να το θυμάται.
- Είναι ο χρόνος που έχεις χάσει για το τριαντάφυλλό σου και που το κάνει τόσο σημαντικό.
- Είναι ο χρόνος που έχω χάσει για το τριαντάφυλλό μου... έκανε ο μικρός πρίγκιπας, για να το θυμάται.
- Οι άνθρωποι έχουν ξεχάσει αυτή την αλήθεια, είπε η αλεπού. Όμως εσύ δεν πρέπει να την ξεχάσεις. Να γίνεις υπεύθυνος για πάντα εκείνου που έχεις εξημερώσει. Είσαι υπεύθυνος για το τριαντάφυλλό σου...
- Είμαι υπεύθυνος για το τριαντάφυλλό μου... επανέλαβε ο μικρός πρίγκιπας, για να μην το ξεχάσει.

Πέμπτη 4 Ιουνίου 2009

Το παραμύθι να αρχινίσει...


Κάθε φορά που τα πράγματα γίνονται δύσκολα,
τρέχω σε εκείνη τη γωνια του μυαλού μου...
και μπαίνω στο δικό μου παραμυθένιο κόσμο..
Εκει όλα είναι στα μέτρα τα δικά μου..
Έτσι και τώρα..
Με ή χωρις παρέα εγω θα κρυφτώ εκει μεσα,
μέχρι να περάσει η μπόρα..
Καλωσήρθατε στον κόσμο μου!!